|
το повилика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово повилика? — γλωσσόχορτο как с (ново)греческого переводится слово γλωσσόχορτο? — повилика — δυσβάστακτα — γυμναστήριο — γιδοβοσκός — συνωμότισσα — παράκειμαι — αναποδογυρισμένος — κακοκρίνω — εκγερμανισμός — λαρυγγώδης — ντοβλέτι — μεγιστάν — γραμματοθυλάκιον — χάψη — τροφή — στομαχιάρικος — γουρσουζιά — στρωμίδι — μισητός — γιάρι — στρουθοκαμηλίζω — γάβανος |
|||