|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αντιδογματίζω? — — γριλλώνω — εμβολιαστής — υποτόπωση — ακόπιαστος — αδίπλιαστος — δαντελλωτός — Φαίακες — σταθεροποίηση — ηλιθιώδης — χτενάς — φωτοτυπώ — απαυδίζω — τυρεμπόριο — αρνάδα — αισιοδοξία — αποχρωμάτισμός — αποκαμωμένος — αγγλόφιλος — ιαματικά — εργατοϋπάλληλος — ξεχορτόριασμα |
|||