Новогреческий словарь
κασέρι
κασέρι
το «
касери
» (один из сортов сыра)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
касери
? —
κασέρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
κασέρι
? — касери
#
(ново)греческий словарь
—
ακινδύνως
—
αμανετζής
—
καρδιοδυναμική
—
ξαναδοκιμάζω
—
δικαίως
—
ενώνομαι
—
μαραζώνω
—
ερχόμενος
—
βοηθημένος
—
εγκάθειρξη
—
αδίχαστος
—
νεφοσκόπιο
—
μορμηγκοφάγος
—
αναλιγώνω
—
πετσόκομμα
—
άποκολοκύνθωση
—
μπάντζο
—
υποστέλλω
—
ωογενεσία
—
υπολογιστής
—
τέρας
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве