|
το рикошет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово рикошет? — εποστράκισμα как с (ново)греческого переводится слово εποστράκισμα? — рикошет — γνωμολογώ — εκβιομηχάνισμός — απόδρομα — ζευζεκιά — αυθαίρετο — γραβανί — τάλιρο — βρογχοπνευμονικός — γραφείο — σισύρα — λαρυγγοπληξία — κοπέλλα — απολεπτύνομαι — νεογνολογία — φθειασίδι — σφερδούκλας — γαϊδουρόψαρο — περισκάπτω — βύας — αλεκτρυών — τύφλα |
|||