Новогреческий словарь
φιλομειδής
φιλομειδ|ής
весёлый; улыбчивый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
весёлый
? —
φιλομειδής
как на
(ново)греческом
будет слово
улыбчивый
? —
φιλομειδής
как с
(ново)греческого
переводится слово
φιλομειδής
? — весёлый, улыбчивый
#
(ново)греческий словарь
—
πετρελαιοφόρο
—
μισοφούστανο
—
κοσμηματοπωλείο
—
κοιλάς
—
πορνοπεριοδικό
—
καλόττα
—
βότσαλο
—
πρωϊνός
—
κουζινίτσα
—
αποβραδίς
—
στροβίλισμός
—
κριτής
—
ισχυροποίηση
—
αξαγόευτος
—
λάδι
—
πούστρα
—
ακτινοθεραπεία
—
κατσαβίδι
—
αυτοαναίρεση
—
εικοσιπενταράκι
—
δαμάσκο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве