Новогреческий словарь
κλειδαρότρυπα
κλειδαρότρυπα
η
замочная скважина
;
βλέπω από τήν ~ — подсматривать в замочную скважину
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
замочная скважина
? —
κλειδαρότρυπα
как с
(ново)греческого
переводится слово
κλειδαρότρυπα
? — замочная скважина
#
(ново)греческий словарь
—
εξουσιαστικά
—
μισθοσυντήρητος
—
εγκυκλοπαιδικότητα
—
ορφανοτροφείο
—
ξελιγώνομαι
—
μέστωμα
—
αδιάστατος
—
εγκοινωνισμός
—
νεραντζιά
—
σκωληκοφαγωμένος
—
προγύμναση
—
συκοφαντώ
—
άλεστος
—
άπιωτος
—
ημέτερος
—
αποσκληρύνομαι
—
κασίδης
—
ταλαιπωρία
—
ευθύαυλος
—
ιδιοσύστατος
—
βρογχοσκοπία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве