|
η мор. блок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово блок? — μαραβίλια как с (ново)греческого переводится слово μαραβίλια? — блок — αποστασία — δεξιοτέχνις — χειρίζομαι — επιχωριάζων — νερομπογιά — διεθνολόγος — λευκογαλή — παρίσταμαι — ασχημοσύνη — αποκούμπι — αμυλώδης — αστόχαστος — εννοιακός — κατασχετήριον — τηλεαυτοματική — αιμοφιλία — βρίσιμο — βελάκι — αποτείχισμός — αναγγελία — υιός |
|||