Новогреческий словарь
κονιορτοποιώ
κονιορτοποιώ
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κονιορτοποιώ
? —
#
(ново)греческий словарь
—
απογοητευτικός
—
σμάλτωση
—
ποικιλτικός
—
βορβουλιά
—
πλατωνικός
—
νείρομαι
—
στοιχείο
—
Κυριακή
—
απολισθαίνω
—
οιστρηλασία
—
καταστροφικός
—
εκπατρίζω
—
κλινοθεραπεία
—
τυμπανόξυλο
—
δαφνιακός
—
γευτικός
—
άστυ
—
πρωία
—
ωογόνιο
—
προτέρημα
—
ισχύς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве