Новогреческий словарь
εικονομάχος
εικονομάχ|ος
ο, η
иконоборец
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
иконоборец
? —
εικονομάχος
как с
(ново)греческого
переводится слово
εικονομάχος
? — иконоборец
#
(ново)греческий словарь
—
δεκαεφτάχρονος
—
μεγαλοεπιχειρηματικός
—
ψυχάρι
—
ελαιογραφώ
—
αγαθιάρης
—
αμάνδριστος
—
αρχικουμούνι
—
τζιριτζάντζουλα
—
μυρρέλαιο
—
αμαστόρευτος
—
αποθεράπευση
—
αρπαξιά
—
λελούδι
—
μετερίζι
—
καβαλλέτο
—
ξινοφαίνεται
—
σαμποτάρω
—
αμασκάρωτος
—
αποδασούμαι
—
μπάφα
—
εμβολοφόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве