Новогреческий словарь
ευρέθην
ευρέθην
παθ. αόρ. от ευρίσκω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ευρέθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κείθενες
—
κατατρόπωση
—
εξαποστέλλω
—
μαζή
—
στρατιωτικοποιημένος
—
ψευδοπατριωτισμός
—
προτεστάντης
—
βεργί
—
υπερκέρδος
—
προέρχομαι
—
αντιπαραδίδω
—
πεζόδρομος
—
κρόκος
—
καταρτισμένος
—
αναγορεύω
—
ελευθέριος
—
υδρόφυτο
—
αφερμάτισμα
—
νηπιοκομικός
—
μαρμαρογλυφία
—
κλεψιμιό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве