|
η анат. аудиография, отография #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аудиография? — ωτογραφία как на (ново)греческом будет слово отография? — ωτογραφία как с (ново)греческого переводится слово ωτογραφία? — аудиография, отография — ανακατεψιάρης — ενζωοτία — αμετάφερτος — ξυστικός — δημοπράτηση — αστοκρατία — βαστιέμαι — δέκα — αμμοειδής — αχθόμετρον — ξαναγαπίζω — λεοντή — σύζευξη — ουρανός — αναθαρρώ — μεταξοπαραγωγός — λωφάζω — ιατρία — κρασοκανάτας — αξαζούμενος — ανισοπέδωτος |
|||