Новогреческий словарь
ινδοκάλαμος
ινδοκάλαμ|ος
ο
бамбук
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бамбук
? —
ινδοκάλαμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ινδοκάλαμος
? — бамбук
#
(ново)греческий словарь
—
δωδεκάρια
—
χαλικώδης
—
γνοιάση
—
κομμένος
—
ανεπιτήδευτος
—
θρεμμένος
—
φραμπουάζ
—
αρρίζωτος
—
δυσκαταμάχητος
—
ξακόσια
—
ακάταρτος
—
κενόδοξος
—
επίσωτρον
—
πελεκίζω
—
φωτοφωταύγεια
—
δυναμισμός
—
άσφαλτο
—
κουνίστρα
—
σπερματόρροια
—
ιχνογραφώ
—
καλόδεχτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве