Новогреческий словарь
όμηρος
όμηρ|ος
ο
заложник
;
παίρνω ομήρους — брать в заложники
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
заложник
? —
όμηρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
όμηρος
? — заложник
#
(ново)греческий словарь
—
υποστροφή
—
ενδοκαρδιακός
—
απόλαυσμα
—
ασταχτος
—
συσφίγγω
—
εμβρυοειδής
—
δοσιμετρικός
—
μπαμπακοχώραφο
—
περιπαιχτικά
—
τσουκαλάδικο
—
υπάνθρωπος
—
ασπροκιτρινίζω
—
σαδιστικός
—
αγγελιαφόρος
—
μισανοιγμένος
—
συρίγγιο
—
ποντιάζω
—
ψαμμίτης
—
ηωάνθρωπος
—
σκουφί
—
καρβοονιάρικος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве