Новогреческий словарь
ιεραποστολικός
ιεραποστολικός
миссионерский
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
миссионерский
? —
ιεραποστολικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ιεραποστολικός
? — миссионерский
#
(ново)греческий словарь
—
μεγαλόνησος
—
αιματοβρεγμένος
—
κολυμβητής
—
πολυκατάστημα
—
προνευστασμός
—
σκοτίζομαι
—
ράφτρα
—
εχτύπωση
—
ψηλαφιστά
—
αλοχημεία
—
κλαυθμών
—
πειθαρχία
—
φωτοάλμπουμ
—
αποδειπνώ
—
θωπεία
—
λάρναξ
—
επιτροπή
—
ματαράς
—
σκορπίζω
—
καπατσοσύνη
—
τίτθη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве