Новогреческий словарь
βίσεχτος
βίσεχτ|ος
високосный
;
~χτον έτος — високосный год
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
високосный
? —
βίσεχτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
βίσεχτος
? — високосный
#
(ново)греческий словарь
—
θεοκρατικός
—
τρομοκρατία
—
θρησκοληψία
—
δίχορδος
—
αχυροδετικός
—
εξαμματίζω
—
σύλληψη
—
βιοαποδομήσιμος
—
αδήν
—
ολοχρονής
—
μέτρηση
—
πολυπροσωπία
—
δίκορος
—
ισολογισμός
—
καρυόφυλλο
—
γλυκοχαιρέτισμα
—
βενζινοπώλης
—
κουτσοπερνάω
—
εξάτμιση
—
αλεξίφλογον
—
ζαλικώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве