Новогреческий словарь
γεροντοκόρη
γεροντοκόρη
η
старая дева
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
старая дева
? —
γεροντοκόρη
как с
(ново)греческого
переводится слово
γεροντοκόρη
? — старая дева
#
(ново)греческий словарь
—
ίδια
—
Μαλαϊοι
—
στένωση
—
διωδία
—
ένθετης
—
σωστός
—
αδιαμάχητος
—
θεράπων
—
πλεονεκτικός
—
προσκλητήριος
—
λαμαρίνα
—
παρευρισκόμενος
—
κουρελόχαρτο
—
φαλαινοαλιεία
—
εξαλμύρισμα
—
διχογνωμώ
—
χειροπέδη
—
οδοντιατρικός
—
κατσουλητός
—
διαιτολόγος
—
ρέω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве