Новогреческий словарь
οπλοστάσιο
οπλοστάσιο
το прям., перен.
арсенал
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
арсенал
? —
οπλοστάσιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
οπλοστάσιο
? — арсенал
#
(ново)греческий словарь
—
ασέβημα
—
χώρος
—
βουλωτήρι
—
γεννητάτος
—
ατροφοδότητος
—
ηχοεπεξεργασία
—
μινύρισμα
—
άγδυτος
—
κατρακύλισμα
—
χαμούρα
—
βουβαμός
—
ιωνιστί
—
μπίλια
—
θεριστήρι
—
δαχτυλάκι
—
διαμετρητικός
—
αστροναύτης
—
τρίπρακτος
—
απαρακολούθητος
—
ερεθίζομαι
—
εισδέχομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве