|
ο парша #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово парша? — άχωρ как с (ново)греческого переводится слово άχωρ? — парша — γαστρώνομαι — γινατεμένος — ευλόγηση — μεμψίμοιρος — βροντοφωνάζω — μπάμπω — υγροσκοπικός — αρχαιότροπος — πρωτεργάτις — πίκα — νταής — αποπληκτικός — δείλιασμα — αλματικός — τανυτό — τσιγκούνικα — κοντσέρτο — λόξας — ανακατεμένος — διάμεστος — χερσώνομαι |
|||