|
миллионный; είναι η ~ή φορά πού σου τό λέγω — [phrase]миллион раз я тебе говорил это[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово миллионный? — εκατομμυριοστός как с (ново)греческого переводится слово εκατομμυριοστός? — миллионный — βέρτζινος — εκατόμβη — συμπυκνώνω — τουρισμός — απλά — φωνητικός — φίρμα — θαλασσοποιώ — οβιδοφόρος — πρόσκειμαι — νταλώνω — ανασταλτός — ενδεκάς — δωδεκαπλάσιος — ιχθυάλευρο — σπολάζω — μπετατζής — καφέ-σαντάν — εξασφάλιση — μπίλια — λωποδύταρος |
|||