|
το розовое масло #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово розовое масло? — ροδέλαιο как с (ново)греческого переводится слово ροδέλαιο? — розовое масло — Γλυφάδα — τηγανιστός — διεκροή — παλούκωμα — χαλαρός — μάσκαρα — γαλαξιακός — ανεξίθερος — εύρετρα — αμή — αναίμακτος — σύμπτυξη — γκοριτσιά — χηνώδης — παρετυμολογία — περιήλιο — μεσούρανα — μασώ — γλυφίζω — ετερόχθων — κυνικά |
|||