Новогреческий словарь
μηνιγγιτικός
μηνιγγιτικός
относящийся к менингиту
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
относящийся к менингиту
? —
μηνιγγιτικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
μηνιγγιτικός
? — относящийся к менингиту
#
(ново)греческий словарь
—
γκολέττα
—
συνωμοσιολογία
—
ασυμπάθητος
—
επαναθεώρηση
—
παρόμοιος
—
Τσεχοσλοβάκος
—
υποχρεωτικότητα
—
υποδεέστερος
—
αμοιβαδοκτόνο
—
κουτσάβλος
—
καλάθα
—
αστερακάνθιον
—
αγαλλίαση
—
αδιαοκόρπιστος
—
αδειπνος
—
μπογιαντισμένος
—
ιστιορραφίς
—
όστια
—
γάντζος
—
πρωτεξαδέλφη
—
βολεμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве