Новогреческий словарь
συγκρητισμός
συγκρητισμός
ο иск., филос.
синкретизм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
синкретизм
? —
συγκρητισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
συγκρητισμός
? — синкретизм
#
(ново)греческий словарь
—
διασπαθισμός
—
αοίδιμος
—
φεσοποιείο
—
αθέλητος
—
νοικοκυρεμένος
—
δυσαρεστώ
—
πλαγιότιτλος
—
ενορίτισσα
—
συλλογεύς
—
βαλλόμενος
—
κίνημα
—
άκανθος
—
σφίχτης
—
οδοντιατρική
—
γκαζάκι
—
εντεροπληγία
—
πελαγήσιος
—
λειψανδρία
—
ομογάστριος
—
εννιάρι
—
βιβλιοπωλείον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве