|
бледно-голубой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бледно-голубой? — ωχροκύανος как с (ново)греческого переводится слово ωχροκύανος? — бледно-голубой — τεκνοποιητικός — μαλλιά — μυκηθμός — αιχμάλωτος — τηλεαυτοματική — λυράρισσα — υποψάλλω — βρώμος — βροχηδόν — γράμπα — σάρα — απεμπολήση — ακυοφόρητος — κιτρινωπός — εποχον — ψάχαλο — εκδικητής — περιδίνητος — καυκιά — ωφέλιμος — πεφυσιωμένος |
|||