Новогреческий словарь
ύττριο
ύττριο
το хим.
иттрий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
иттрий
? —
ύττριο
как с
(ново)греческого
переводится слово
ύττριο
? — иттрий
#
(ново)греческий словарь
—
άλυσσο
—
ρουχικό
—
βρούλο
—
απορροφητικότητα
—
μαγνητοπυρίτης
—
αμαλάκυντος
—
πέτρινος
—
ατσάλωση
—
γαιανθρακωρύχος
—
συγχωρνω
—
αντέφεση
—
χρυσοκυρά
—
πιανίστα
—
ζαλίκα
—
χηνήσιος
—
παραψαλιδιά
—
μεταδίδω
—
προσαγόρευση
—
έντιμος
—
μελομακάρονο
—
σοκολατίνα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве