|
слегка подогревать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово слегка подогревать? — συχλιαίνω как с (ново)греческого переводится слово συχλιαίνω? — слегка подогревать — μινόρε — ξέμπλεγμα — βοτάνη — πλουτίζομαι — ξερόκλαδο — ανασηκώνομαι — αγγελομαχώ — υδροτεχνία — υποσταθμός — διηγηματογράφος — μέγεθος — φάκελλος — νερουλιάζω — γαβάρρα — σκότος — διαπρεπής — ζητωκραυγή — συντρίμμι — συνθετικό — έλμινς — μποέμ |
|||