Новогреческий словарь
θεμελιώνομαι
θεμελιώνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
θεμελιώνομαι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ντιβάνι
—
λεμβουργείο
—
ανεξόφλητα
—
γλωσσογνώστης
—
αλευριά
—
αφόρητα
—
αγγελόκρουσμα
—
ραχάτεμα
—
πατατόσουπα
—
γενίτσαρος
—
αναντάλλαχτος
—
αμπάριασμα
—
πηγαδόνερο
—
ανακατωτός
—
φρουτάκι
—
αυτομουντζώνομαι
—
κουμούνι
—
αξεδίψαστα
—
φαλσέττο
—
ανάποδος
—
ανασκοπώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве