Новогреческий словарь
αηδονάκι
αηδονάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
αηδονάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βαρεμένος
—
λυγίζομαι
—
τροπαιοφόρος
—
υποτονθορισμός
—
ευεργέτημα
—
αδελφοπαίδι
—
σφουγγαρόπαννο
—
εκπολιτίζω
—
πιότερο
—
αυγομάννα
—
βράδι
—
τροφεας
—
ημιαγωγός
—
αλλήλων
—
καθυστερώ
—
κατακουράζω
—
καλησπέρισμα
—
αντρεία
—
αγκυροβολώ
—
εμπνέυομαι
—
γέμωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве