|
το бот. бессмертник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бессмертник? — ελίχρυσον как с (ново)греческого переводится слово ελίχρυσον? — бессмертник — επανωπροίκι — διεθνοποιώ — αμμόλιθος — αποθλίβω — γνεθολογάω — φωτοηλεκτρικός — γλιγλίζω — φιλόδοξος — μαρμάρωμα — αναμένω — καραβέλλα — μπουφές — τεχνηέντως — ματαγυρίζω — διατίμηση — εκπνοή — θώπευμα — ξεμαυλίστρα — ους — άδεια — εντολοδότρια |
|||