Новогреческий словарь
βολίμι
βολίμι
το
свинец
;
η σάκκα μου μέ τά βιβλία είναι ~ — [phrase]мой портфель с книгами точно свинцовый[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
свинец
? —
βολίμι
как с
(ново)греческого
переводится слово
βολίμι
? — свинец
#
(ново)греческий словарь
—
υπόθετο
—
αγκράφα
—
σύμμιξη
—
ματάρα
—
κατάπρυμα
—
αχεροσκεπή
—
μπόλ
—
θεαματικότητα
—
χωννύω
—
παραστέγοσμα
—
θρασύς
—
παλιοπαλιάνθρωπος
—
ανεβοκατέβασμα
—
φάσιμο
—
παρελθοντολογία
—
υλομορφισμός
—
προξενώ
—
παστέλλι
—
νυχτοπερπατώ
—
βολβολούλουδο
—
νοσοφόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве