Новогреческий словарь
σόλ
σόλ
το муз.
соль
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
соль
? —
σόλ
как с
(ново)греческого
переводится слово
σόλ
? — соль
#
(ново)греческий словарь
—
οδοστρωσία
—
αλατοδοχείο
—
αντρίκια
—
παζαρήσιος
—
υπερβατό
—
καραμούζα
—
πάπυρος
—
αβανιάρης
—
στρατοδίκης
—
διάχωση
—
λιθοσφαιρικός
—
μπινιάρικο
—
βαλτόνερα
—
αρχιλήσταρχος
—
ξεζώνω
—
χιονοκύλισμα
—
αναπηρικός
—
πρωκτικός
—
φυτοφαγικός
—
γογγολογάω
—
γλυπτική
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве