|
нитеобразный, нитевидный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нитеобразный? — νηματοειδής как на (ново)греческом будет слово нитевидный? — νηματοειδής как с (ново)греческого переводится слово νηματοειδής? — нитеобразный, нитевидный — αλευροπάζαρο — πλείστος — κυτταρικός — μπεηλίκι — διάτυλος — μινιμαλισμός — λεπίδι — πετροκόπος — συμποσιακός — ετεροβαρής — φοινικιά — αναγάλλια — νόστος — ανεξευμένιστος — παραγκούλα — καλυτέρευση — πολυτεχνίτης — υδροτεχνική — επιχειρησιακός — μαργαριτόπλεχτος — νιόβγαλτος |
|||