|
το херувим #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово херувим? — Χερουβίμ как с (ново)греческого переводится слово Χερουβίμ? — херувим — ακταίος — διζωνικός — ακαρτέρητος — απαράδεκτο — θαυματουργώ — τρύγημα — εμβολιασμός — πολωνέζικος — μάντρωμα — τουλίπη — υαλοκρύσταλλος — βρογχόλιθος — χείρων — λάγνος — θλιμμένα — διαμετρικός — πρόπεδον — χιονοβόλος — αντιοξυγόνος — μεταφορικώς — αποβόρι |
|||