|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κηδεμονικός? — — ληθαργικός — γαστρορραγία — αντιδογματισμός — ζαχαροφάγος — κλαυθμών — εκνευρίζομαι — νοσοκομειακός — βιολέτα — εριφος — κοντακιά — ιδρυματοποίηση — μουρουνέλαιο — ανεκδοτολογία — φάσγανον — αδελφογαμία — στουμπιστός — αλλοθεν — τρίγλυφος — μπάτσισμα — αξεδιάλεχτος — στιχηδόν |
|||