Новогреческий словарь
βαδίστρια
βαδίστρια
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαδίστρια
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εξοδεύσιμος
—
εως
—
βάλλομαι
—
παρεμβολή
—
βομβυκοτροφείον
—
υποτροπίαση
—
αγιασμένος
—
μαντίλα
—
συγγένεια
—
αποχείμωνα
—
στάχωση
—
αναδιοργανωμένος
—
ζαχαρόπηκτος
—
διαλυτής
—
κατοχυρωμένος
—
πραματευτάδικο
—
καταπλημμυρίζω
—
επτάωρο
—
νεράντζι
—
δασμολογιακός
—
φράξια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве