|
нескончаемый, бесконечный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нескончаемый? — άληκτος как на (ново)греческом будет слово бесконечный? — άληκτος как с (ново)греческого переводится слово άληκτος? — нескончаемый, бесконечный — σπαρνάω — αναπαίτητος — αποπάζαρα — ορνιθοκόμος — θεόφτωχος — ζαπτιές — επαναστατικά — ξεκάλτσωτος — λουστράρω — κλωτσιά — παρεκβατικότης — ανακολπώνω — εστεμμένος — δίπτερα — συκοφαντικός — αποτελμάτωση — αμετροέπεια — βρωμονέρι — ασημοζώναρο — εντατικοποιούμαι — σταχτοδοχείο |
|||