Новогреческий словарь
κλινοθερμαντήρας
κλινοθερμαντήρας
(-ήρος) ο
грелка для постели
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
грелка для постели
? —
κλινοθερμαντήρας
как с
(ново)греческого
переводится слово
κλινοθερμαντήρας
? — грелка для постели
#
(ново)греческий словарь
—
διδασκαλείο
—
αγουρέλαιον
—
αζεμάτιαστος
—
εκρίζωση
—
αρσίν
—
σιγαλοπαπαδιά
—
δείλη
—
είναι
—
εξαιρετικότητα
—
ανυπόγραφος
—
πηλός
—
μερακλής
—
προπλάσσω
—
πασσαλοπήκτης
—
νύξη
—
δίπλακος
—
λαθροχειρία
—
τριαρχία
—
ευαρεστώ
—
ακαπίστρωτος
—
μισοκαλόκαιρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве