|
ο сосед (по владению, имению) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сосед? — συνορίτης как с (ново)греческого переводится слово συνορίτης? — сосед — ακονισμένος — φουφούλα — επιφατνίδιος — μάθημα — ζυμωτός — ημιαυτοματικός — υαλογραφώ — χειμέριος — ινδοευρωπαϊκός — λέτσος — γειτονία — μπανέλλα — καθαρόαιμος — πλουσιοπάροχος — διακανονισμός — κλειδοπίνακο — πνευμονόκοκκος — μένος — υπερέκθεση — διαρρηκτός — αμμωνιούχος |
|||