|
ο мизинец #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мизинец? — ωτίτης как с (ново)греческого переводится слово ωτίτης? — мизинец — μυρμηκία — παραχορεύω — εδαφολογία — παλιογυναίκα — αγνωμοσύνη — άνθηση — εμπηκτικός — θερμαντήρ — αλλοτριολογώ — ξαναφκιάνω — γοδέρω — επιστημονικώς — αβάνισσα — φθοριούχος — τσεκουρώνω — ασουρτος — μαρτυρικός — μητρομανία — αυτοσυντήρηση — κακιούλα — βαφείο |
|||