Новогреческий словарь
μουδιασμένος
μουδιασμένος
Оцепеневший
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μουδιασμένος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γονόκοκκος
—
κοτόσουπα
—
εισέρχομαι
—
μπογάτσα
—
αίθριο
—
μουσειακός
—
προσκεκλημένος
—
πλάγι
—
ψηγματολόγος
—
θολωτός
—
ανεμοστρόβιλος
—
ατηγάνητος
—
καθομολόγηση
—
θεληματίας
—
λάντσα
—
παιδαριώδες
—
αερότοπος
—
εκφυλίζομαι
—
πεταχτά
—
ισοζυγώ
—
εύδρομος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве