|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διπλάλμπουρος? — — εξάμηνο — πολυσέλιδος — τρισεύγενη — περίλαμπρος — αλληλοεξάρτηση — προσήλιος — αμάρα — έκτη — εξογκώνω — χρυσελεφάντινος — χωροταξικά — ελκυστικότητα — εξαπλασιάζω — αριστεροφάγος — σπερματισμός — σπαυδαιοφανής — μνημειακός — σφραγίζω — κυμβαλισμός — ζευγαρώνω — ύμνος |
|||