Новогреческий словарь
χάρις
χάρις
:
~ εις — благодаря
;
~ τώ θεώ — с божьей помощью
;
~ εις τήν εργατικότητα του... — [phrase]благодаря своему трудолюбию он...[/phrase]
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
χάρις
? —
#
(ново)греческий словарь
—
περικάρδιο
—
γεωτρητικός
—
γραμματοδιδάσκαλος
—
γιατρίνα
—
δικαστής
—
πρόβατο
—
βαθιονόητος
—
ναί
—
Μανουσάκης
—
καπνοβιομήχανος
—
πολυαρθρίτιδα
—
χολώνω
—
κρόμμυον
—
ετερόπτωτος
—
αντιπρόκληση
—
τήξη
—
παντοκράτορας
—
φλόμος
—
αράδα
—
αυτοσυγκράτηση
—
ευελιξία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве