|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κεφαλαιοκρατικά? — — αποκρύπτω — φεσώνομαι — ρωδιά — διανομή — διάλευκος — ξεμασκαλιστός — εκτροπή — υπέρυθρος — πεντόζη — εβένινος — κεντρόμολος — καπιταλιστικά — μουθουνίζω — ρύαξ — μινουέττο — κοκάλωμα — προσεφύην — επαισθητός — υπογεγραμμένος — δυσφορώ — ξεμάκρεμα |
|||