|
η ткачиха #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ткачиха? — υφάντρια как с (ново)греческого переводится слово υφάντρια? — ткачиха — χαμηλοτάκουνος — σιδηροδέσμιος — ιστιοποιία — άσκημος — κλουβιάζομαι — αποκαρδιωμένος — φωστήρας — διαγκωνισμός — ψηφίδωμα — ξεσυνειθίζω — ασφύριχτος — σπάνις — βωτριδοφαγωμένος — αρχαιοπαράδοτος — λύση — ευήκοος — φρύγω — χαρτικός — αποσώνω — υφέρπω — σκουράντζος |
|||