Новогреческий словарь
κοσμίως
κοσμίως
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
κοσμίως
? —
#
(ново)греческий словарь
—
σμυριδώνω
—
χριστούγεννα
—
γραμμογραφία
—
εισήνεγκον
—
εραλδική
—
διπλομανταλώνω
—
αφορολόγητος
—
αβανγκαρντισμός
—
λακώ
—
εκκεντροφόρος
—
απιστομιούμαι
—
αγιοποιούμαι
—
βότσαλο
—
επιφύομαι
—
μεσοχείμωνα
—
γυψώνω
—
αμετανόητος
—
αδυναμία
—
παρελθοντολογία
—
αιμολυσία
—
πολιορκία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве