Новогреческий словарь
ποτοαπαγόρευση
ποτοαπαγόρευση
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ποτοαπαγόρευση
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ψυχοθεραπευτικός
—
αζούπιγος
—
ανανεάζω
—
βελέντζικό
—
ζερδαλί
—
χώνω
—
επιτροπεύομαι
—
ιχθυόσκαλα
—
αριστεροποιημένος
—
γδούπος
—
πλατύς
—
αμαξοποιός
—
ιπποτροφία
—
κολόμπα
—
ζηλεύω
—
μαρμαρωτός
—
αυτοδυσφημισμός
—
αποπνιγμός
—
ονοματίζω
—
ψευδισμός
—
μαρμαρουργία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве