Новогреческий словарь
ασκητικά
ασκητικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ασκητικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γλωσσοκοπανάω
—
σουβλιά
—
προσήκον
—
προσπέφτω
—
θηλυπρεπώς
—
επικράτεια
—
προστυχόφαστα
—
ίσιωμα
—
ανακατάταξη
—
ποιμήν
—
μιάμιση
—
τροφοδοσία
—
αγριοβαλανιδιά
—
διπλότυπο
—
επιδεκτικότητα
—
παιδιόθεν
—
ραντεβού
—
συνεπώς
—
σύχλιος
—
χαλυβογραφία
—
ενανθρωπώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве