|
ο трубочист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово трубочист? — καπνοδοχοκαθαριστής как с (ново)греческого переводится слово καπνοδοχοκαθαριστής? — трубочист — πίπιζα — ελίχρυσον — θυμίζω — τσιτσιρίζω — μεταμερίδιο — επιπλέον — λυράρης — πολφικός — αττικισμός — παραμοιάζω — σακχαρόπηκτον — μελιτώδης — καπνίστρια — ισχιαλγώ — ελαιεμπορία — εκσκωριάζω — γονής — βοτανισμένος — ξετυλίγω — σαματάς — ασυνταξία |
|||