Новогреческий словарь
εποχικότητα
εποχικότητα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εποχικότητα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αναποφάσιστον
—
μουτσόπουλο
—
ασίμωτος
—
χοντρόκοκκος
—
αγαθότητα
—
εκλαμπρύνω
—
εκλογικός
—
ελαιοκόμος
—
ένσπερμος
—
κοσμοθεωρητική
—
αντωνυμικώς
—
χειρίδιον
—
πρόσοδος
—
εγνώσθην
—
επιπεδοσφαιρικός
—
κιρίσια
—
κακοβλέπω
—
δικατάληκτος
—
αγαπάω
—
κωλοεφημερίδα
—
πουταναριό
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве