Новогреческий словарь
έγινα
έγινα
αόρ. от γίνομαι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
έγινα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αντενεργώ
—
εμπορικότητα
—
ειρωνικός
—
καταχεριάζω
—
ολολυγμός
—
θριγκός
—
τσέλιγγας
—
συμπεριλαμβανομένος
—
σπάραγμός
—
αχυροκέφαλος
—
ενεχυριάζω
—
ανάβλυση
—
αθλήτρια
—
παραξηλώνω
—
αφαντασίωτος
—
αεροστάθμη
—
κανόνι
—
βιόλα
—
άλλοτε
—
αδιάθετος
—
ασκανδάλιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве