|
ангелочек #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ангелочек? — αγγελουδάκι как с (ново)греческого переводится слово αγγελουδάκι? — ангелочек — αδεξιότητα — επίσκεψη — γλυκοτραγουδώ — γιορταστικός — παλιούρι — οψιμιά — διεξέρχομαι — ακαταπόνητος — αναγορευτικός — χρωματίζω — μόρος — ταρατσάκι — ελαϊκός — ζενγαρωτά — ανάσα — δούλος — ρεφενές — επιγραμματίζω — σαλό — αγγειοσπασμός — σκάφος |
|||